Σελίδες

Παύλος Μελάς 29 Μαρτίου 1870 – 13 Οκτωβρίου 1904


108 χρόνια από τη θυσία του
Στην ιστορία και στη μνήμη των Ελλήνων ξεχωριστή θέση κρατεί ο Πρωτομάρτυρας του Μακεδονικού αγώνα ανθυπολοχαγός του πυροβολικού Παύλος Μελάς. Το πέρασμα του Παύλου Μελά από τη ζωή σημάδεψε την εποχή του, τους ανθρώπους της και άφησε ένα διαχρονικό μήνυμα  για κάθε Αληθινό Έλληνα. Ένα μήνυμα που μπορεί ξανά σήμερα να σαλπίσει το εναρκτήριο σάλπισμα.
Το 1886,ο 16χρονος τότε Παύλος εισάγεται στη στρατιωτική σχολή Ευελπίδων απ’ όπου και αποφοιτά το 1892. Το επάγγελμα που διάλεξε το νιώθει ως το πιο μεγάλο το πιο ευγενικό. Βλέπει το στρατό σα σχολείο εθνικό που θα στηρίξει  το έθνος και θα το οδηγήσει στον ιστορικό προορισμό του. Το ίδιο έτος παντρεύεται την αδερφή του Ίωνος Δραγούμη Ναταλία και 2 χρόνια αργότερα γεννάται ο πρώτος του γιος. Ενόσω απολαμβάνει την οικογενειακή ευτυχία και τη καριέρα του στην Αθήνα, η κατάσταση στη...
 

Μακεδονία και η στρατιωτική απραξία τον στεναχωρούν και τον θυμώνουν. Την εποχή εκείνη στα σκλαβωμένα χωριά της Μακεδονίας πυκνώνουν επικίνδυνα οι στυγνές δολοφονίες Ελλήνων προκρίτων, ιερέων, δασκάλων και απλών ανθρώπων από Βούλγαρους πράκτορες κάτω από τη μύτη των Τούρκων κατακτητών οι οποίοι έβλεπαν με προκλητική αδιαφορία τα γεγονότα.
Και σα να μην έφτανε αυτό, η ήττα στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 και η υποχώρηση του εθνικού στρατού στιγματίζουν ανεξίτηλα το νεαρό ανθυπολοχαγό που είναι άντρας περήφανος δοσμένος απόλυτα στο καθήκον για το έθνος.. Οι Βούλγαροι του τότε λεγόμενου Μακεδονικού κομιτάτου προβαίνουν σε ανήκουστα κακουργήματα, φόνους και αρπαγές εις βάρος του Ελληνικού στοιχείου. Οι διαμαρτυρίες της Ελληνικής κυβέρνησης προς τη Τουρκία δεν έχουν απολύτως κανένα αποτέλεσμα. Αντίθετα , τα βουλγαρικά κομιτάτα οπλίζουν όλο και περισσότερες ομάδες στις γύρω περιοχές. Ο φόβος κυριαρχεί στα Μακεδονικά εδάφη. Η παθητική δύναμη του Ελληνισμού δεν αρκεί πλέον. Χρειάζονται όπλα. Όπλα και άντρες. Όσοι πατριώτες οπλίζονται βγαίνουν στα βουνά να φυλάξουν τα χωριά και τις οικογένειες τους. Με την αμέριστη  βοήθεια του Παύλου Μελά και του Ίωνα Δραγούμη δημιουργούνται και οργανώνονται μικρές ομάδες  μαχητών στη περιφέρεια της Καστοριάς που έχουν επικοινωνία και με την Αθήνα
Αρχές του 1904 η κυβέρνηση αποφασίζει και στέλνει κρυφά 4 επίλεκτους αξιωματικούς να δουν, να μελετήσουν και να κρίνουν τη κατάσταση του τόπου. Ένας εξ αυτών είναι και ο Παύλος Μελάς, η οργή του οποίου δε συγκρατείται πλέον. Παρά τις ταλαιπωρίες και το βαρύ μακεδονικό χειμώνα ο Μελάς οργώνει με τόλμη, μεγάλο μέρος της σκλαβωμένης  γης. Γράφει στη γυναίκα του Ναταλία: Ζήτω η Μακεδονία! Πατούμε τα άγια χώματα της! Η ψυχή η δική του και όσων συναντά σιγοκαίει για την ελευθερία, για την Ελλάδα. Ο ανθυπολοχαγός με τη πατριωτική φλόγα που τον διακρίνει δίνει νέα δύναμη και θάρρος στα βασανισμένα χωριά. Δυστυχώς όμως η Τουρκική πρεσβεία ανακαλύπτει την απουσία του από την Αθήνα και η Κυβέρνηση τον καλεί πίσω. Αγανακτεί. Ταράζεται, μα υπακούει. Τον Ιούλιο του 1904 πατριώτες από την Κοζάνη τον επισκέπτονται στη πρωτεύουσα και ζητούν εκ νέου τη βοήθεια του.
Αυτό ήταν. Ο Παύλος Μελάς νιώθει το κάλεσμα του έθνους ξανά. Η γυναίκα του με λυγμούς προσπαθεί να τον κρατήσει. Της απαντά: Μη θέλεις να με αποτρέψεις. Δεν αλλάζω τα σχέδια μου. Μόνο θα μου δυσκολέψεις την εκτέλεση του καθήκοντος μου. 10 Ιουλίου ξημερώματα ο 34χρονος αξιωματικός αποχαιρετά για τελευταία φορά τη γυναίκα κ τα 2 του παιδιά. Αφήνει πίσω του την αγαπημένη του οικογένεια για να πράξει τον εθνικό σκοπό του. Φτάνει στη Λάρισα και από κει ξεκινά για τα σκλαβωμένα εδάφη της Μακεδονίας. Φορώντας πλέον στολή και άρματα καπετάνιου του βουνού ενημερώνεται, προστατεύει, εγκαρδιώνει τους Έλληνες και τρέπει σε φυγή τους Βούλγαρους από κάθε χωριό που περνά. Περιοδεύει με τη μικρή του ομάδα αδιάκοπα, απτόητος, παρά τους κινδύνους, τις ταλαιπωρίες και τα δύσβατα εδάφη. Από παντού έρχονται παλικάρια να τεθούν στις διαταγές του. Οι Έλληνες τον υποδέχονται παντού σαν ελευθερωτή.
Ο χειμώνας όμως έρχεται βαρύς και βρίσκει τον Μελά και τους άντρες του σε ένα μικρό χωριό έξω από τη Καστοριά. Στη Στάτιστα. Εκεί τη Τετάρτη 13 Οκτωβρίου ένα απόσπασμα Τούρκων στρατιωτών εισβάλλει στο χωριό. Οι άντρες έχουν βρει καταφύγιο στα γύρω σπίτια. Οι Τούρκοι χτυπούν τις πόρτες και απειλούν να τα κάψουν. Η μάχη ανάβει με μιας. Οι στρατιώτες έντρομοι σκορπίζουν και πολιορκούν το χωριό. Όταν πέφτει η νύχτα ο Παύλος με 3 άντρες του βγαίνουν στην αυλή. Κ τότε ακούγεται ένας μονάχα πυροβολισμός. Το βόλι βρίσκει τον ήρωα στη κοιλιακή χώρα. Ο ίδιος νιώθει τον ερχομό του θανάτου και δίνει εντολή στους άντρες του να δώσουν το σταυρό του στη γυναίκα του και  το τουφέκι του στο γιο του. Αφήνει τη τελευταία του πνοή λέγοντας πως έκανε το καθήκον του. Οι Τούρκοι στο μεταξύ έχουν απομακρυνθεί μη γνωρίζοντας ποιον εσκότωσαν. Μη μπορώντας να σηκώσουν ολόκληρο το σώμα του νεκρού λόγω των τουρκικών περιπόλων, ένα από τα παλικάρια του του κόβει το κεφάλι και το παίρνει μαζί του. Η Τουρκική κυβέρνηση μαθαίνει από τις αθηναϊκές εφημερίδες το θάνατο του Παύλου Μελά και στέλνει στο χωριό ένα απόσπασμα να πάρει το ακέφαλο σώμα του ήρωα φοβερίζοντας, απειλώντας και χτυπώντας αλύπητα τους κατοίκους του χωριού. Το μεταφέρουν στη Καστοριά από εκεί όπου ο Μητροπολίτης Γερμανός απαίτησε και πήρε τελικά το ακέφαλο σώμα από τα χέρια των φονιάδων του θάβοντας το μαζί με το κεφάλι στο βυζαντινό παρεκκλήσι των Ταξιαρχών.
Ο ηρωικός ανθυπολοχαγός έπεσε μαχόμενος για την ιδέα, για την Ελλάδα. Όπως ακριβώς ήθελε. Άφησε πίσω του μία όμορφη, άνετη ζωή, πολύ-αγαπημένα πρόσωπα και έδωσε ότι πολυτιμότερο είχε για τη πατρίδα του. Το αίμα του. Ο Παύλος Μελάς με την άδολη, υπέρτατη θυσία του αποτελεί διαχρονικό παράδειγμα αγάπης προς τα ιδανικά του έθνους. Σε μια εποχή όπως η σημερινή που η πατρίδα μας δέχεται εθνικό-και όχι μόνο οικονομικό-πόλεμο, ας είναι το παράδειγμα του ιδεολογικός φάρος και εφαλτήριο μάχης για όλους τους συναγωνιστές. Η ηρωική κληρονομιά του είναι στα χέρια μας τώρα. Ας μη την αφήσουμε να χαθεί.
Ζήτω το έθνος!
Ζήτω η Χρυσή Αυγή!
Ζήτω ο Αρχηγός!
Μέχρι τη νίκη.
Χρήστος Νάστος Τ.Ο. Αθήνας