Οι υπερασπιστές των παιδόφιλων συκοφαντούν την Χρυσή Αυγή


Εάν αποδειχθεί ότι η Χρυσή Αυγή είναι υπαίτια για τους φόνους, για τους οποίους κατηγορείται, τότε θα πρέπει να απαγορευθεί. Η κοινωνική βία και ο εξτρεμισμός δεν θα επιλυθούν με την απαγόρευση της Χρυσής Αυγής. Ωστόσο ένα κράτος δικαίου, μια δημοκρατία δεν μπορεί να αποδεχθεί την ύπαρξη ενός κόμματος το οποίο σκοτώνει επικαλούμενο λόγους αντισημιτισμού και ρατσισμού. Διότι εάν ...


αποδειχθεί αυτό, τότε η δημοκρατία θα βρίσκεται σε κίνδυνο”. Με αυτά τα λόγια, ο συμπρόεδρος των Πρασίνων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στη Θεσσαλονίκη, με τη συμμετοχή του -πίνω στην υγειά των κορόιδων- ευρωβουλευτή των Οικολόγων Πράσινων, Νίκου Χρυσόγελου και του πρώην ευρωβουλευτή και υπερασπιστή των δικαιωμάτων της δήθεν «μακεδονικής μειονότητας» Μιχάλη Τρεμόπουλου, καταφέρθηκε εναντίον της Χρυσής Αυγής. Η δήλωση αυτή είναι μία από τις πολλές που ακούστηκαν τελευταία, καθώς ο διεθνής σιωνισμός έχει ξαμολήσει τα τσιράκια του με μοναδικό σκοπό τη λασπολογία κατά της Χρυσής Αυγής.
Ποιος είναι όμως ο Ντάνιελ Κον Μπετίτ που με περισπούδαστο ύφος και στόμφο καταδικάζει τη Χρυσή Αυγή; Στο βιβλίο του «Το μεγάλο παζάρι» (The Great Bazaar), που κυκλοφόρησε το 1975, φέρεται να υποστηρίζει την παιδεραστία και μάλιστα αναφέρει ότι είχε «σεξουαλικές αλληλεπιδράσεις» με παιδιά, όταν εργαζόταν σε αντιαυταρχικό νηπιαγωγείο, τη δεκαετία του '70. Στο βιβλίο χαρακτηριστικά αναφέρει: «Το φλερτ μου με όλα τα παιδιά απέκτησε σύντομα μια ερωτική τροπή. Μπορούσα κανονικά να νιώσω, πώς τα μικρά κοριτσάκια από την ηλικία των πέντε ετών είχαν ήδη μάθει να μου την πέφτουν...».
«Μου συνέβη αρκετές φορές, κάποια παιδιά να μου ανοίγουν το φερμουάρ και να αρχίζουν να με χαϊδεύουν. Ανάλογα με την περίπτωση αντιδρούσα και διαφορετικά, αλλά η επιθυμία τους με προβλημάτιζε. Τα ρωτούσα: ‘Γιατί δεν παίζετε μεταξύ σας, γιατί διαλέγετε εμένα και όχι κάποια άλλα παιδιά;’ Όμως, όταν επέμεναν, τα χάιδευα κι εγώ. Κατηγορήθηκα ότι είμαι ένας διεστραμμένος, και υπήρχαν γράμματα στο Δημοτικό Συμβούλιο, που ρωτούσαν αν πληρωνόμουν από το δημόσιο. Ευτυχώς είχα συνάψει συμβόλαιο απευθείας με το διοικητικό συμβούλιο των γονέων, αλλιώς θα είχα απολυθεί ...».
Μάλιστα, το 1982, κατά τη διάρκεια εκπομπής στη γαλλική τηλεόραση, ο Κον Μπετίτ είχε πει ότι το βρίσκει θαυμάσιο όταν ένα πεντάχρονο κορίτσι αρχίζει να γδύνεται και ότι είναι ένα «τρελά ερωτικό παιχνίδι». Ο Κον Μπετίτ πάντα απέκρουε τις κατηγορίες για παιδοφιλία, με μια επιστολή την οποία έγραψαν ορισμένοι από τους γονείς των οποίων τα παιδιά ήταν στο νηπιαγωγείο που δούλευε ο Μπετίτ, για να τον στηρίξουν το 2001, υποστηρίζοντας ότι δεν υπήρχε καμία σεξουαλική κακοποίηση, και ότι ήταν βέβαιοι ότι ο Κον Μπετίτ δεν είχε κακοποιήσει κάποιο παιδί.
Αλλά αυτή η γραμμή άμυνας κατερρίφθη: η συγγραφέας και εμπνευστής της επιστολής, Thea Vogel, είπε στα γερμανικά μέσα ενημέρωσης ότι είχε γράψει αυτό το γράμμα για πολιτικούς σκοπούς (π.χ. για να υπερασπιστεί τον Κον Μπετίτ για κατηγορίες «που σχετίζονταν με γεγονότα που έλαβαν χώρα 26 χρόνια νωρίτερα »), αλλά ότι στην πραγματικότητα δεν είχε διαβάσει τα επίμαχα αποσπάσματα στο βιβλίο του, και ότι ο γιος της, στην πραγματικότητα ποτέ δεν ήταν στο νηπιαγωγείο, όπου ο Κον Μπετίτ είχε αποκτήσει τις ερωτικές εμπειρίες του. Ολόκληρη η επιστολή ήταν μια απάτη.
Ως εκ τούτου, οι κατηγορίες εις βάρος του για παιδοφιλία καλύφθηκαν από ένα πέπλο μυστηρίου. Αλλά το θέμα δεν είναι εκεί. Ο Κον Μπετίτ, είναι σίγουρα (και ποτέ δεν το έχει αρνηθεί) ένας πολιτικός ο οποίος έχει προωθήσει ενεργά την παιδοφιλία ως μέρος της πολιτικής του ατζέντας. Και όχι μόνο αυτός, αλλά και ολόκληρο το πολιτικό κίνημα του μαζί του. Αυτοί λοιπόν τολμούν να κρίνουν τη Χρυσή Αυγή: ανώμαλοι, διεστραμμένοι, νεοταξίτες, διεθνιστές υπό το μανδύα των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» και της «οικολογίας». Τα συμπεράσματα δικά σας…